- οκαζιοναλισμός
- ο(φιλοσ.) εκδοχή τής καρτεσιανής μεταφυσικής που άκμασε κατά το β' ήμισυ τού 17ου αιώνα και σύμφωνα με την οποία κάθε αλληλεπίδραση μεταξύ νου και σώματος συντελείται με τη διαμεσολάβηση τού θεού.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
συμπτωσιαρχία — (occasionalismus). Φιλοσοφική θεωρία, που περιορίζει την ενεργή και αιτιώδη δύναμη του ανθρώπου και μειώνει ολόκληρο το σύστημα των δρώντων αιτίων του κόσμου σε απλές «συμπτώσεις» της επέμβασης του Θεού, στον οποίο αποδίδεται η συνολική ενεργή… … Dictionary of Greek
συντυχισμός — ο, Ν (φιλοσ.) οκαζιοναλισμός, συμπτωσιαρχία … Dictionary of Greek
Μαλμπράνς, Νικολά ντε- — (Nicolas de Malebranche, Παρίσι 1638 – 1715). Γάλλος φιλόσοφος και θεολόγος. Ήταν ο μικρότερος γιος του γραμματέα του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου ΙΓ’. Σπούδασε φιλοσοφία και θεολογία στο κολέγιο της Μαρς και στη Σορβόνη. Το 1664 χειροτονήθηκε… … Dictionary of Greek